ΥΠΑΡΧΕΙ ΘΕΟΣ ;
Η ακριβής προέλευση τής λέξεως Θεός δεν είναι σήμερα γνωστή και καθώς η έρευνα σχετικά με την ακριβή παρέλευσή της ακόμα συνεχίζεται, αφού φιλόλογοι και γλωσσολόγοι δεν έχουν καταλήξει σε σαφή συμπεράσματα.
Μια πιθανή λέξη προέλευσης της λέξεως Θεός παράγεται από το ρήμα θεώμαι, που αποδίδεται σήμερα την έννοια «βλέπω τα πάντα» και κατά συνέπεια ως Θεός ορίζεται αυτός που επιβλέπει τα πάντα. Κατά άλλους προέρχεται από το ρήμα τίθημι, που σημαίνει τοποθετώ και άρα θέλει να δηλώσει τον Δημιουργό. Άλλοι υποστηρίζουν πως πιθανή ρίζα του μπορεί να είναι ρήμα θέω ή θείω, που σημαίνει τον πανταχού παρόντα.
Οι πλειοψηφία τών γλωσσολόγων θεωρεί πως σήμερα η λέξη προέρχεται από την από την ινδοευρωπαϊκή ομογλωσσία και έχει σχέση προς την σανσκριτική λέξη deva ή dyaus, προς το λατινικό deus ακόμα και το Ελληνικό Δευς ή Ζευς, οπότε κατ' αυτήν την διασύνδεση, η έννοια του Θεού, σχετίζεται με την έννοια του φωτός. Στην αρχαιότητα στην βοιωτική διάλεκτο η λέξη απαντάται ως θιός ή σιός, στην Λακωνική σιός, στην Δωρική θεύς, στην μετάφραση τών Εβδομήκοντα και στην Καινή Διαθήκη, ως Θεός.
Ο Πλάτων υποστηρίζει ότι η λέξη θεός παράγεται από το ρήμα θέειν = τρέχειν που κυριολεκτείται για κάθε κυκλοτερές πράγμα που φαίνεται ότι περιτρέχει και επανέρχεται εις εαυτόν (θο-ός = ταχύς, δηλώνει ενέργεια), διότι οι πρώτοι θεοί για τους αρχαίους ανθρώπους ήταν ο Ήλιος και η Σελήνη και τα λοιπά ουράνια σώματα που «διέτρεχαν» το διάστημα.
Η απάντηση στο ερώτημα, ποια είναι η ετυμολογία τής λέξεως Θεός, παραμένει αβέβαιη. Είναι άραγε τυχαίο αυτό ή γιατί ο Θεός, αφού ως έννοια είναι ασύλληπτος από τον πεπερασμένο ανθρώπινο νου, δεν επιδέχεται γνωστική διερεύνηση και η λέξη με την οποίαν τον ονομάζουν οι άνθρωποι;
Ο Ελευθεροτεκτονισμός ως θεσμός απορρεών εκ τού " Ορθού Λόγου " Πιστεύει στην Ύπαρξη τού Θεού.
Τελευταίες έρευνες δείχνουν ότι το 90% των ανθρώπων στον κόσμο πιστεύει στην ύπαρξη τού Θεού ή σε κάποια Μεγάλη Δύναμη. Παρ’ όλα αυτά, κάπως η ευθύνη να αποδείξουν ότι υπάρχει Θεός έπεσε σ’ αυτούς που πιστεύουν στην ύπαρξη τού Θεού. Όμως θα έπρεπε να συμβαίνει το αντίθετο.
Βέβαια, δεν μπορεί να αποδειχθεί ότι υπάρχει ή όχι Θεός. Η Βίβλος μιλά ότι οφείλουμε κατά την πίστη να δεχτούμε το γεγονός ότι υπάρχει Θεός, “Άλλωστε, χωρίς πίστη είναι αδύνατο να ευαρεστήσει κανείς το Θεό, αφού εκείνος που πλησιάζει τον Θεό πρέπει να πιστεύει στην ύπαρξή του και ότι ανταμείβει εκείνους που τον αναζητούνε. ( προς Εβραίους 11: 6 ). Αν το ήθελε ο Θεός, θα μπορούσε απλά να εμφανισθεί και ν’ αποδείξει σ’ όλο τον κόσμο ότι υπάρχει. Αλλά αν το έπραττε αυτό, η πίστη δεν θα μας ήταν απαραίτητη. " Τού λέει ο Ιησούς , ‘Eπειδή με είδες με τα μάτια σου, πίστεψες. Mακάριοι όσοι πίστεψαν χωρίς να με δούν '” ( Ιωάννης 20:29 ).
Αυτό όμως δεν σημαίνει πως δεν υπάρχουν αποδείξεις περί της υπάρξεως τού Θεού. Η Βίβλος αναγγέλλει :
" Οι ουρανοί διηγούνται την δόξαν τού Θεού, και το στερέωμα αναγγέλλει το έργον τών χειρών αυτού. Η ημέρα προς την ημέραν λαλεί λόγον, και η νυξ προς την νύκτα αναγγέλλει γνώσιν.
Δεν είναι λαλιά ουδέ λόγος, των οποίων η φωνή δεν ακούεται. Εις πάσαν την γην εξήλθεν ο φθόγγος αυτών και έως των περάτων της οικουμένης οι λόγοι αυτών. Εν αυτοίς έθεσε σκηνήν διά τον ήλιον ” ( Ψαλμός 19:1-4 ).
Αν κοιτάξουμε στους αστέρες, αντιληφθούμε την απεραντοσύνη του γαλαξία, παρατηρήσουμε τα θαύματα της φύσεως, δούμε την ομορφιά του ηλιοβασιλέματος –τα πάντα μας οδηγούν στο Θεό Δημιουργό. Αν αυτό δεν είναι αρκετό, υπάρχει επίσης απόδειξη περί του θεού στις καρδιές μας. Στο βιβλίο Εκκλησιαστής 3:11 μας λέει, “… και γε συν τον αιώνα έδωκεν εν καρδία αυτών.…” Υπάρχει κάτι βαθιά μέσα μας που αναγνωρίζει ότι υπάρχει κάτι που είναι εκτός αυτής της ζωής και ότι υπάρχει κάποιος έξω από αυτόν τον κόσμο. Διανοητικά μπορούμε να απορρίψουμε αυτή την γνώση, αλλά η παρουσία τού Θεού σε εμάς και δια εμάς θα είναι πάντα εδώ. Αντιθέτως όλων αυτών, η Βίβλος μας προειδοποιεί ότι θα υπάρξουν άνθρωποι που θα αρνηθούν την ύπαρξη του θεού,“ Είπεν ο άφρων εν τη καρδία αυτού, ‘δεν υπάρχει Θεός.’” (Ψαλμός 14:1). Λαμβάνοντας υπ’ όψιν ότι άνω τού 98% όλων των ανθρώπων καθ’ολοκλήρου τής ιστορίας, σ’ όλα τα μορφωτικά επίπεδα, σε όλους τους πολιτισμούς, σε όλες τις ηπείρους πιστεύει σε κάποιο είδος Θεού – πρέπει να υπάρχει κάτι ( ή κάποιος ) που είναι η αιτία τέτοιου είδους πίστεως.
Εκτός των βιβλικών επιχειρημάτων περί της υπάρξεως του Θεού, υπάρχουν και λογικά επιχειρήματα. Πρώτον, αυτά είναι οντολογικά επιχειρήματα. Η ποιο δημοφιλής μορφή οντολογικού επιχειρήματος κάνει χρήση στην αρχή της ιδέας του Θεού να αποδείξει την θεϊκή ύπαρξη. Ξεκινά με τον ορισμό του Θεού ως ‘’εκείνου από τον οποίο μεγαλύτερο δεν μπορεί να κατανοηθεί.” Έπειτα συζητά περί αυτού ότι, το να υπάρχεις είναι μεγαλύτερο από το να μην υπάρχεις, επομένως μεγαλύτερη ύπαρξη που μπορεί να κατανοηθεί πρέπει να υπάρχει. Αν δεν υπήρχε ο Θεός, τότε ο Θεός δεν θα ήταν η μεγαλύτερη ύπαρξη που μπορεί να κατανοηθεί – πράγμα που θα ήταν αντίθετο προς τον ορισμό του Θεού. Δεύτερον είναι θεολογικό επιχείρημα. Το θεολογικό επιχείρημα λέει, ότι λαμβάνοντας υπ’ όψιν ότι το σύμπαν είναι μια καταπληκτική δημιουργία, τότε πρέπει να υπάρχει θεϊκός δημιουργός. Παράδειγμα, αν η γη βρισκόταν μόνο μερικές εκατοντάδες χιλιόμετρα κοντά ή μακριά από τον ήλιο, πολλές μορφές ζωής που υπάρχουν σήμερα σ’ αυτή, δεν θα μπορούσαν να καταστούν δυνατές. Αν τα στοιχεία στην ατμόσφαιρά μας ήταν μερικά ποσοστά διαφορετικά, κάθε ζωντανή ύπαρξη στην γη θα πέθαινε. Η πιθανότητα να δημιουργηθεί ένα άτομο πρωτεΐνης περιστασιακά είναι 1 στα 10243 (αυτό είναι 10 ακολουθούμενο από 243 μηδενικά). Ένα κελί συνίσταται από εκατομμύρια άτομα πρωτεΐνης.
To τρίτο λογικό επιχείρημα για την ύπαρξη του Θεού ονομάζεται κοσμολογικό επιχείρημα. Κάθε αποτέλεσμα έχει την αιτία του. Αυτό το σύμπαν και παν τι που βρίσκεται σ’ αυτό είναι ένα αποτέλεσμα. Πρέπει να υπάρχει κάτι που είναι η αιτία της υπάρξεως του παντός. Σε τελευταία ανάλυση, πρέπει να υπάρχει κάτι “που δεν έχει αιτία” αλλά που είναι η αιτία για ότι που υπάρχει. Αυτό που δεν έχει αιτία της υπάρξεως του είναι ο Θεός. Το τρίτο επιχείρημα είναι γνωστό ως ηθικό επιχείρημα. Κάθε πολιτισμός στην ιστορία είχε κάποια μορφή νόμων. Όλοι έχουν την αίσθηση του καλού και του κακού.. Φόνος, ψέμα, κλοπή , και ανηθικότητα είναι σχεδόν γενικά αναπόδεικτοι. Από πού προέρχεται αυτή η αίσθηση του καλού και του κακού , αν όχι από τον Άγιο Θεό;
Παρ’ όλα αυτά , η Βίβλος μας λέει ότι οι άνθρωποι θα απορρίψουν την σαφή και αναμφισβήτητη γνώση περί του Θεού και αντί αυτής θα πιστέψουν στο ψέμα . Ρωμαίους 1:25 λέει, “Αυτοί που αντικατέστησαν την αλήθεια του Θεού με το ψέμα και σεβάστηκαν και λάτρεψαν τη δημιουργία αντί για το Δημιουργό, ο οποίος είναι ευλογητός για πάντα. Αμήν.” Η Βίβλος επίσης αναγγέλλει ότι η άνθρωποι δεν έχουν δικαιολογία που δεν πιστεύουν στο Θεό, “Kαθότι, οι αόρατες ιδιότητές του, δηλαδή τόσο η παντοτινή δύναμή του όσο και η θεϊκή του υπόσταση, από την αρχή ακόμα τής δημιουργίας τού κόσμου διακρίνονται καθαρά, καθώς γίνονται αντιληπτές με το νου μέσα στα δημιουργήματα, έτσι που να είναι οι άνθρωποι τελείως αδικαιολόγητοι.” ( προς Ρωμαίους 1:20).
Οι άνθρωποι δηλώνουν ότι δεν πιστεύουν στο Θεό γιατί αυτό “δεν είναι επιστημονικό” ή “επειδή δεν υπάρχει απόδειξη”. Αληθινός λόγος είναι αν οι άνθρωποι αναγνωρίσουν ότι υπάρχει Θεός, οφείλουν να αντιληφθούν ότι είναι υπεύθυνοι ενώπιον του Θεού και ότι τους είναι απαραίτητη η συγχώρεση από τον Θεό ( Ρωμαίους 3:23; 6:23). Αν ο Θεός υπάρχει, τότε είμαστε υπεύθυνοι για τις πράξεις μας ενώπιον Αυτού. Αν δεν υπάρχει Θεός, τότε, μπορούμε να κάνουμε ότι θέλουμε και να μην ανησυχούμε για την κρίση Του. Πιστεύω ότι Αυτός είναι ο λόγος γιατί πολλοί στην κοινωνία μας τόσο πιστεύουν στην θεωρία τής εξέλιξης – για να έχουν οι άνθρωποι εναλλακτική επιλογή σε σχέση με την πίστη στο Θεό δημιουργό. Ο Θεός υπάρχει, και εν τέλει, όλοι γνωρίζουν ότι Αυτός υπάρχει. Μόνο το γεγονός ότι κάποιοι άνθρωποι προσπαθούν τόσο επιθετικά να διαψεύσουν την ύπαρξή του είναι αφ' εαυτού γεγονός ότι Αυτός υπάρχει.
Επιτρέψτε ακόμη ένα τελευταίο επιχείρημα ότι υπάρχει Θεός. Πώς γνωρίζω ότι υπάρχει ο Θεός ; Γνωρίζω ότι υπάρχει ο Θεός επειδή μιλώ καθημερινά με Αυτόν. Εγώ δεν Τον ακούω να μου απαντά με φωνή, αλλά αισθάνομαι την παρουσία Του, αισθάνομαι την καθοδήγησή Του, γνωρίζω την αγάπη Του, λαχταρώ για το έλεός Του. Πράγματα που συνέβησαν στην ζωή μπορούν να εξηγηθούν μόνον με τον Θεό. Ο Θεός θαυματουργικά με έσωσε και άλλαξε την ζωή μου, έτσι, το μόνο που μπορώ να κάνω είναι να αναγνωρίσω και να δοξάζω την ύπαρξή Του. Κανένα από αυτά τα επιχειρήματα δεν μπορεί αφ' εαυτού να πείσει εκείνον που αρνείται να αναγνωρίσει εκείνο που είναι τόσο σαφές. Και τέλος, η ύπαρξη τού Θεού πρέπει να αποδεχθεί με την πίστη ( Εβραίους 11:6 ). Η πίστη στην ύπαρξη του Θεού δεν είναι βήμα στα τυφλά, αλλά σίγουρο βήμα σε καλά φωτισμένο μέρος που το 90% τών ανθρώπων ήδη βρίσκεται.
Ο άνθρωπος από την αρχή της δημιουργίας του ήταν στραμμένος με τους αισθητούς, αλλά κυρίως με τους πνευματικούς οφθαλμούς του προς τον Ουρανό, προς τον Θεό, γιατί μετείχε εξ αρχής της θείας φύσης η ψυχή του και γιατί πλάστηκε από τον Δημιουργό του « κατ' εικόνα και ομοίωσίν του ».
Από την εποχή του μύθου ο άνθρωπος είτε θεοποίησε τα φυσικά αντικείμενα και φαινόμενα, είτε πίστεψε στους ατελείς ανθρωπομορφικούς θεούς ►, ζούσε πάντοτε με την ψυχική αγωνία να γνωρίσει τον ένα και Μόνον Θεό, την μία και μόνη Αλήθεια. Από την δυστυχία του αυτή λυτρώθηκε με την εξ Αποκαλύψεως θρησκεία, που του άνοιξε τον δρόμο προς τηn σωτηρία και προς την θέωσή του.
ΤΟ ΑΠΟΛΥΤΟΝ ΕΙΝΑΙ - ΘΕΟΣ
Με τον γενικό όρο Θεός στην σύγχρονη ελληνική γλώσσα νοείται η θεότητα ή η υπέρτατη οντότητα που φέρεται ως Δημιουργός τού Κόσμου. Ως προς την σημασία της η έννοια Θεός εμφανίζει μια εξέλιξη. Οι αντιλήψεις περί Θεού διαμορφώθηκαν στους μυθικούς χρόνους, ανάλογα με το πολιτιστικό επίπεδο τών διαφόρων λαών.
Στον Όμηρο η λέξη έχει δύο σημασίες ; Μία γενική, χωρίς το άρθρο, στον ενικό θεός ή στον πληθυντικό θεοί και δηλώνει την θεότητα, την έννοια του θείου και δεύτερη, με τη μερική σημασία για τους πολλούς θεούς της ελληνικής πολυθεΐας : θεός τις = ένας από τους θεούς.
Οι ομηρικές αντιλήψεις παρέμειναν ίδιες σχεδόν μέχρι τα τέλη της αρχαιότητος. Παράλληλα όμως, στην εποχή του Σωκράτη, ο Πλάτων αναπτύσσει την τελολογική απόδειξη για την ύπαρξη του Θεού (ως λογικού όντος και δημιουργού, αφού υπάρχει η σκοπιμότητα στη φύση). Το σπουδαιότερο είναι ότι μιλά για τον ένα και μόνο Θεό, στον διάλογό του «Κρίτων, κεφ. 8». Εδώ η λέξη αλήθεια χρησιμοποιείται με την μεταφυσική της σημασία, ως απρόσωπη έννοια και ως ουσιώδες γνώρισμα του «όντος» και ταυτίζεται με τον ίδιο τον Θεό. Μιλά ακόμη ο Πλάτων για την αθανασία τούυ Θεού, για την Παντογνωσία του, για την αγαθότητα του Θεού και για το ένα πρόσωπό του.
Ο Αριστοτέλης ανέπτυξε την κοσμολογική απόδειξη για την ύπαρξη του Θεού (αφού υπάρχει το αποτέλεσμα, το σύμπαν, πρέπει να υπάρχει και η κινητήρια αρχή) όπως επεσήμανε ο Πλάτων ο Θεός είναι αιτία των πάντων. Και ο Σωκράτης έκλεισε την απολογία του λέγοντας: «Τώρα είναι ώρα, για να φεύγω, εγώ, για να πεθάνω και σεις για να ζήσετε, ποιος από μας πηγαίνει στο καλύτερο, κανένας δεν το ξέρει παρά μόνο ο Θεός», λυτρωμένος, γαλήνιος και βέβαιος πια για την αθανασία της ψυχής.
Συμπεραίνουμε, λοιπόν, ότι οι Έλληνες φιλόσοφοι τής κλασικής εποχής με το σπερματικό τους λόγο για τον ένα και μόνον Θεό, για το υπέρτατο αγαθό, άνοιξαν τον δρόμο και προετοίμασαν το έδαφος για τον Χριστιανισμό.
Θα κλείσουμε τους αρχαίους χρόνους στην Ελλάδα, αφού αναφερθούμε σύντομα και στον Άγνωστο Θεό, που τον λάτρευαν σε βωμό με την επιγραφή : τω Αγνώστω Θεώ». Είναι γνωστό το επεισόδιο με τον Απόστολο Παύλο, όταν διερχόμενος από την Αθήνα, στάθηκε εν μέσω του Αρείου Πάγου και μίλησε στο συγκεντρωμένο πλήθος για τον άγνωστο Θεό. Και άλλοι συγγραφείς αναφέρουν ότι η πίστη στον Άγνωστο Θεό δεν ήταν κάτι το αποκλειστικό για την αρχαία Αθήνα, αλλά η λατρεία του ήταν ευρέως διαδεδομένη και στις άλλες πόλεις. Υπήρχε και ο όρκος : νή τον άγνωστον θεόν.
Οι Χριστιανοί θεολόγοι υποστηρίζουν ότι ο ανεξερεύνητος Θεός της Αγίας Γραφής αποτελεί έννοια συγγενική με τον Άγνωστο Θεό των αρχαίων Ελλήνων και θα λέγαμε ότι ο Άγνωστος Θεός είναι το τελευταίο στάδιο της θρησκευτικής αναζήτησης του ανθρώπου πριν από την εξ Αποκαλύψεως θρησκεία.
ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ
Σε αντίθεση με τις πολυθεϊστικές και ειδωλολατρικές θρησκείες της αρχαιότητας, στην Παλαιά Διαθήκη αναφέρεται ότι ο Θεός είναι ένας και μόνος.
Ο τοπικός και φυλετικός Θεός Γιαχβέ μετατράπηκε αργότερα σε μοναδικό Θεό και Παντοκράτορα, τον Γιαχβέ : Λέξη εβραϊκή, που σημαίνει : ο ων, ο υπάρχων, ο ζων. Οι ιδιότητες του χαρακτηρίζονται με τα επίθετα : Παντογνώστης, Πάνσοφος, Παντο δύναμος, Παντοκράτωρ, που δημιούργησε τα πάντα, προνοεί, συντηρεί και κυβερνά τον κόσμο.
Στην Καινή Διαθήκη λέγεται: Πατήρ, ο Θεός. Η ονομασία του Θεού-Πατρός αποδίδεται στο α΄ πρόσωπο της Αγίας Τριάδος. Ο Θεός απεκαλύφθη ως Πατήρ, ως Υιός και ως θείο Άγιο Πνεύμα (Αγία Τριάς).
Και ο Χριστός δίδαξε τους μαθητές του, ν' αποκαλούν στην προσευχή τους τον Θεό, με την φράση «Πάτερ ημών», ενώ ο ίδιος μιλούσε για τον Θεό με τη φράση « ο Πατήρ μου », στον ενικό. Στον Χριστιανισμό, η λέξη Θεός δηλώνει τον δημιουργό του κόσμου, το άναρχο και αιώνιο Πνεύμα, και ο χριστιανός τον πιστεύει ως Πατέρα, Παντοκράτορα, φιλόστοργο, που περιβάλλει τον άνθρωπο με την άπειρη αγάπη Του και εκδηλώνεται με την πρόνοια Του για τη συντήρηση και σωτηρία του ανθρώπου.
Στην Ορθόδοξη χριστιανική διδασκαλία η έννοια Θεός είναι ακατάληπτη, απρόσιτη και απροσπέλαστη στην πεπερασμένη διάνοια του ανθρώπου. Ο άνθρωπος γνωρίζει ένα μέρος της θεότητας, η δε άμεση γνώση του Θεού θα γίνει στην πέραν του Τάφου ζωή, στη Δευτέρα παρουσία του Χριστού.
ΤO ΤΕΤΡΑΓΡΑΜΜΑΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ
Κάθε άνθρωπος και κάθε τι στην Δημιουργία έχει το όνομά του.
Δεν είναι λογικό να έχει και ο Θεός « Όνομα » ;
Το να έχουμε ονόματα και να τα χρησιμοποιούμε παίζει καθοριστικό ρόλο στις φιλίες μας με τους άλλους.
Δεν είναι λογικό να ισχύει το ίδιο και για την σχέση μας με τον Θεό ; Ίσως....παρ' όλο πού ο καθένας μας Τον εννοεί διαφορετικά.
Στην Αγία Γραφή ( Ησαΐας 42:8 ) λέει : « Εγώ είμαι ο Θεός ( Γιαχβέ ), Αυτό είναι το όνομά μου », παρ’ ότι Εκείνος έχει πολλούς τίτλους, όπως " Θεός ο Παντοδύναμος ", " Υπέρτατος Κύριος " , " Δημιουργός " κλπ.
Ο Ιησούς είπε: « Πατέρα μας που είσαι στους ουρανούς, ας αγιαστεί το όνομά σου».
( Ματθαίος 6:9 ). Αν και ο Θεός έχει πολλούς τίτλους, έχει ένα και μοναδικό όνομα, το οποίο προφέρεται διαφορετικά σε κάθε γλώσσα. Στην ελληνική, προφέρεται συνήθως « Ιεχωβά », αλλά μερικοί το προφέρουν « Γιαχβέ ».
Πολλές μεταφράσεις τής Αγίας Γραφής περιέχουν το προσωπικό όνομα τού Θεού.
Στο εδάφιο 6 : 3 τής Εξόδου στην Παλαιά Διαθήκη λέει : " Εμφανιζόμουν στον Αβραάμ, στον Ισαάκ και στον Ιακώβ ως Θεός ( El - אל ) Παντοδύναμος, αλλά ως προς το όνομά μου Γιαχβέ ( יהוה ) δεν έκανα τον εαυτό μου γνωστόν σε αυτούς ".
Η λέξη « Γιαχβέ » κοινώς« Ιεχωβά » είναι μια απόδοση τού ονόματος τού Θεού η οποία χρησιμοποιείται εδώ και αιώνες.
Το πρώτο τμήμα τής Αγίας Γραφής γράφτηκε στην εβραϊκή γλώσσα, η οποία διαβάζεται από τα δεξιά προς τα αριστερά.
Στην εβραϊκή, το θεϊκό όνομα εμφανίζεται με την μορφή τεσσάρων γραμμάτων יהוה.
Οι τέσσερις αυτοί χαρακτήρες, οι οποίοι μεταγραμματίζονται ως Ιόδ - Χε - Βάου - Χε, είναι γνωστοί ως το Τετραγράμματο.
Το όνομα τού Θεού ( Γιαχβέ ) έχει αφαιρεθεί από πολλές Γραφές και έχει αντικατασταθεί με τους τίτλους Κύριος ή Θεός.
Ο Ιησούς γνωστοποίησε εμμέσως το όνομα τού Θεού στους ανθρώπους διδάσκοντάς τους για Εκείνον - Ιωάννης κεφ. 17:26.
Ίσως το καταλληλότερο όνομα θα μπορούσε να είναι " ΤΟ ΑΠΟΛΥΤΟΝ ΕΙΝΑΙ ".
Στόν Ελευθεροτεκτονισμό, λόγω τής παγκοσμιότητάς του, και για να συμπεριληφθούν όλων τών ειδών οι ονομασίες κατά έθνος και θρησκεία ( όπως Θεός Αllah, God, Dieu, Gott, Brahma, Dios, Dio, Deus, κ.λ.π. ) χρησιμοποιείται ως όνομα ο γενικός όρος Μ.Α.Τ.Σ. ( G.A.O.T.U ), ήτοι : ΜΕΓΑΣ ΑΡΧΙΤΕΚΤΩΝ ΤΟΥ ΣΥΜΠΑΝΤΟΣ.
Όπως όμως θα διαπιστώσουμε σε ειδικό προς τούτο άρθρο, δεν πρόκειται για ένα όνομα αλλά γιά μία Φόρμουλα Παγ-κοσμίου σπουδαιότητος με βάση την οποίαν το ΑΠΟΛΥΤΟΝ ΕΙΝΑΙ ΘΕΟΣ Δημιουργεί ( πίσω στον Διάκοσμο Εργαστηρίου ▲ ).
Αγία Γραφή
-
“Αγαπήσεις Κύριον τον Θεόν σου εν όλη τη καρδία σου και εν όλη τη ψυχή σου και εν όλη τη διανοία σου. Αύτη εστί πρώτη και μεγάλη εντολή. Δευτέρα δε ομοία αυτή. Αγαπήσεις τον πλησίον σου ως σεαυτόν. Εν ταύταις ταις δυσίν εντολαίς όλος ο νόμος και οι προφήται κρέμανται” [Ματθ. κβ’37-40]
-
“Ανεβόησεν ο Ιησούς φωνή μεγάλη λέγων. ηλί ηλί, λαμά σαβαχθανί; τουτ’ έστι, Θέε μου Θεέ μου, ινα τί με εγκατέλιπες;” [Ματθ. κζ’46]
-
“Απόδοτε τα Καίσαρος Καίσαρι και τα του Θεού τω Θεώ” [Λουκ. κ’25]
-
“Απόδοτε τα Καίσαρος Καίσαρι και τα του Θεού τω Θεώ” [Ματθ. κβ’21] & [Μαρκ. ιβ’17]
-
“Θεός ουκ έστι νεκρών, αλλά ζώντων. Πάντες γαρ αυτώ ζώσιν” [Λουκ. κ’38]
-
“Και τις δύναται σωθήναι; (…) Παρά ανθρώποις αδύνατον, αλλ’ ου παρά Θεού. Πάντα γαρ δυνατά εστί παρά τω Θεώ” [Μαρκ. ι’27]
-
“Κύριον τον Θεόν σου προσκυνήσεις και αυτώ μόνω λατρεύσεις” [Ματθ. δ’10]
-
“Μακάριοι οι ακούοντες τον λόγον τού Θεού και φυλάσσοντες αυτόν” [Λουκ. ια’28]
-
“Ουαί υμίν τοις Φαρισαίοις, ότι αποδεκατούτε το ηδύοσμον και το πήγανον και παν λάχανον, και παρέρχεσθε την κρίσιν και την αγάπην του Θεού. Ταύτα δε έδει ποιήσαι, κακείνα μη αφιέναι” [Λουκ. ια’42-43]
-
“Ουδείς αγαθός ει μη είς ο Θεός” [Ματθ. ιθ’17] & [Μαρκ. ι’18] & [Λουκ. ιη’19]
-
“Ουδείς οικέτης δύναται δυσί κυρίοις δουλεύειν (…) Ου δύνασθε Θεώ δουλεύειν και μαμωνά” [Λουκ. ιστ’ 13]
-
“Ουκ επ’ άρτω μόνω ζήσεται άνθρωπος, αλλ’ επί παντί ρήματι εκπορευομένω διά στόματος Θεού” [Ματθ. δ’4]
-
“Ουκ έστιν ο Θεός Θεός νεκρών, αλλά ζώντων” [Ματθ. κβ’32]
-
“Ουκ έστιν ο Θεός νεκρών, αλλά ζώντων” [Μαρκ. ιβ’27]
-
“Ούτος ο λαός τοις χείλεσι με τιμά, η δε καρδία αυτών πόρρω απέχει απ’ εμού. Μάτην δε σέβονταί με, διδάσκοντες διδασκαλίας εντάλματα ανθρώπων. Αφέντες γαρ την εντολήν τού Θεού κρατείτε την παράδοσιν των ανθρώπων” [Μαρκ. ζ’6-8]